Οι περισσότεροι άνθρωποι ξέρουν ότι ο σημερινός Άγιος Βασίλης (Santa Claus) προέρχεται από τον Άγιο Νικόλαο, αλλά η καταγωγή και η ιστορία του Αγίου Βασίλη προέρχεται από πολλές πηγές. Στην πραγματικότητα, δεδομένου ότι η καθολική εκκλησία το 1969 υποβίβασε την αγιότητα του Αγ.Νικόλαου από την επίσημη ιδιότητα του Αγίου ~ καθώς δεν υπήρχαν αρχεία του όταν αγιοποιήθηκε ~ ο αρχικός μύθος του τρίτου αιώνα δεν αναγνωρίζει σαν μέρος της χριστουγεννιάτικης γιορτής μας τον τότε επίσκοπο Νικόλαο.
Σαν ιερέας λέγεται ότι προίκισε ένα κορίτσι για να παντρευτεί γιατί η οικογένεια του ήταν πολύ φτωχή. Πούλησε ένα δικό του αγροτεμάχιο και για να μην φανερωθεί ότι ήταν αυτός ο οποίος έδωσε τα χρήματα για την προίκα της νεαρής κοπέλας τα πέταξε μέσα στο ανοιχτό παράθυρο της. Αυτό έγινε και άλλες φορές και ο Νικόλαος έμεινε γνωστός για τα νυχτερινά του δώρα και την πραγματοποίηση ευχών.
Πολυάριθμοι είναι οι παραλληλισμοί του Άγιου Βασίλη με τον μυθικό Θεό Οντίν, έναν από τους σημαντικούς Θεούς ανάμεσα στους βόρειους λαούς των κάτω χωρών πριν από τον εκχριστιανισμό τους. Δεδομένου ότι πολλά από αυτά τα στοιχεία δεν έχουν καμία σχέση με τον Χριστιανισμό, υπάρχουν θεωρίες σχετικές με την παγανιστική προέλευση των διαφόρων εθίμων των Χριστουγεννιάτικων εορτών που προέρχονται από περιοχές όπου οι γερμανικοί λαοί ήταν χριστιανοί και διατήρησαν στοιχεία των ιθαγενών και τις παραδόσεις τους τα οποία επιβιώνουν μέχρι σήμερα με διάφορες μορφές στη σύγχρονη απεικόνιση του Αϊ Βασίλη.
-Ο καθηγητής της Λαογραφίας Δημήτρης Λουκάτος στο βιβλίο του
«Χριστουγεννιάτικα και των γιορτών» γράφει:
Ο Νικόλαος γεννήθηκε σε μια πλούσια οικογένεια που ζούσε στα Πάτερα, στο νότιο τμήμα της Τουρκίας . .
Μια μόνο από τις πολλές ιστορίες αποδεικνύει την ιερή φήμη του. Λέγεται ότι ένας άγγελος με πρόσωπο που έλαμπε σαν ήλιος παρουσιάστηκε στον τότε καρδινάλιο στην τουρκική πόλη Μιρα και του είπε να χειροτονήσει τον τριαντάχρονο τότε Νικόλαο..
Κατά την διάρκεια της ιεροσύνης του, στις αρχές της χριστιανικής πίστης, ενώ ζούσε αναγνωρίζεται για τη γενναιοδωρία του σε όλους όσους έχουν πρόβλημα.
Σαν ιερέας λέγεται ότι προίκισε ένα κορίτσι για να παντρευτεί γιατί η οικογένεια του ήταν πολύ φτωχή. Πούλησε ένα δικό του αγροτεμάχιο και για να μην φανερωθεί ότι ήταν αυτός ο οποίος έδωσε τα χρήματα για την προίκα της νεαρής κοπέλας τα πέταξε μέσα στο ανοιχτό παράθυρο της. Αυτό έγινε και άλλες φορές και ο Νικόλαος έμεινε γνωστός για τα νυχτερινά του δώρα και την πραγματοποίηση ευχών.
Ένα θαύμα που λέγεται ότι έκανε είναι η ιστορία τριών νεαρών φοιτητών οι οποίοι ενώ γυρνούσαν από το σχολείο στο σπίτι τους τους επιτέθηκαν ληστές και αφού τους έκλεψαν ,τους σκότωσαν , τους διαμέλισαν και τους έβαλαν σε ένα βαρέλι από τουρσί. Ο Νικόλαος λέγεται ότι εμφανίστηκε ξαφνικά από το πουθενά και ανέστησε τα διαμελισμένα σώματα των παιδιών..
Το 314 μ.Χ., κατά τη Σύνοδο της Νίκαιας, ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος έφερε στην σύνοδο το ερώτημα αν ο Χριστός είχε θεϊκή καταγωγή. Κατά τη διάρκεια των επιχειρημάτων σχετικά με το θέμα, ο Νικόλαος φέρεται να έχει χαστουκίσει έναν ιερέα ο οποίος αμφισβήτησε την θεϊκή καταγωγή του χριστού.
Μόλις η ιστορία των πράξεών του εξαπλώθηκε , έγινε ευρέως γνωστός ως ο Άγιος ο οποίος βοηθά αυτούς οι οποίοι έχουν πρόβλημα όπως οι δικηγόροι και οι πελάτες τους, ενεχυροδανειστήρια, και ναυτικοί, οι οποίοι τον επικαλούνται για να ηρεμήσει την ταραγμένη θάλασσα. Και έγινε και ο προστάτης άγιος των παιδιών. Από τον τάφο του, έρρεε ένα παχύρρευστο υγρό , μύρο, και χρησιμοποιήθηκε από τους προσκυνητές ως αλοιφή, για να θεραπεύσουν διάφορες ασθένειες.
Το 1082 ναύτες άνοιξαν τον τάφο του στην Τουρκία πήραν τα λείψανα του και τα μετέφεραν στο Μπάρι της Ιταλίας όπου τα ενταφίασαν και έκτισαν έναν ναό εκεί στο όνομα του.
Για αιώνες οι περισσότερες εκκλησίες, στον μεσαίωνα πήραν το όνομά του ήταν μάλιστα περισσότερες από το σύνολο των αποστόλων, και δίπλα στο Χριστό και την Παναγία, ο Άγιος Νικόλαος ήταν η επόμενη πιο δημοφιλής χριστιανική φιγούρα. Σε ένα γαλλικό χωριό κατά τη διάρκεια του 12ου αιώνα, οι τοπικές μοναχές τίμησαν τον προστάτη τους, στις 6 Δεκεμβρίου, η οποία έγινε την ημέρα του Αγίου Νικολάου. Οι μοναχές έδιναν καραμέλες σε όλα τα παιδιά που θα ήταν καλά, αφήνοντάς τους στα παπούτσια τους έδιναν όμως και γλυκά και στα άτακτα παιδιά.
Επειδή όμως αυτή η προσφορά των μοναχών κάλυπτε μεγάλο μέρος εκείνης της περιοχής πολλοί έλεγαν ότι ήταν ο Αγ. Νικόλαος ο οποίος έδινε αυτά τα δώρα.
Κατά τους μεσαιωνικούς χρόνους ο Αγ. Νικόλαος είχε γίνει ο πιο αγαπημένος πολιούχος της Ευρώπης, και κατά τον μεσαίωνα, η ιστορία των Χριστουγέννων στην Ευρώπη συνδυαζόταν από θρησκευτικούς και ειδωλολατρικούς μύθους.
Στην γερμανική κουλτούρα μιλούσαν για τον αρχαίο θεό Voden, έναν αναβάτη των ουρανών που περνούσε πάνω από τα χωριά και έλεγχε ποιοι έκαναν κάτι καλό και ποιοι δεν έκαναν.,. Τον 16ο αιώνα η προτεσταντική εκκλησία του Μαρτίνου Λούθηρου που είχε μεγάλη δύναμη απαγόρευσε τον Αγ. Νικόλαο, καταγγέλλοντας την δημοτικότητα του, διότι συναγωνιζόταν την λατρεία στον Ιησού.
Όταν ο Λούθηρος δημιούργησε την προτεσταντική εκκλησία, κατάλαβε ότι έπρεπε τα παιδιά στην Γερμανία να ξεχάσουν τον Αγ .Νικόλαο για αυτό δημιούργησε τον Krist Kindle,τον φτερωτό άγγελο χριστό ο οποίος πετούσε και έφερνε δώρα στα παιδιά.
Αλλά η γιορτή τώρα πια θα ήταν επικεντρωμένη γύρω από τα γενέθλια του χριστού
Στις 25 Δεκεμβρίου κοντά στο χειμερινό ηλιοστάσιο όπου τότε οι παγανιστές γιόρταζαν την επιστροφή του ηλιακού φωτός
Στην Αγγλία ο μύθος αναπτύσσεται γύρω από τον Πατέρα των Χριστουγέννων, και στη Γαλλία, γύρω από τον Pere Noel ,στην Σουηδία η φιγούρα των Χριστουγέννων ήταν οι γνωμοι και στις ΗΠΑ ο Krist Kindle του Λούθηρου έγινε ο Kris Kringle.
Κάποτε ολλανδοί ναυτικοί ήρθαν στον νέο κόσμο αυτοί είχαν σαν άγιο τους τον αγ .Νικόλαο. όταν κατέπλευσαν στην περιοχή της Νέας Υόρκης το ψευδώνυμο τους Santer Klause έγινε αργότερα το όνομα που ξέρουμε ως Santa Claus
Στις αρχές του αποικισμού γύρω από την Αμερικανική Επανάσταση, η νέα αμερικανική κουλτούρα αγκάλιασε πλέον την ιδέα ότι όλοι δεν ήταν Βρετανοί, και έτσι πήραν τον ολλανδικό εορτασμό των Χριστουγέννων τιμώντας τον αγαπημένο άγιο των ολλανδών Santa Claus ..
-Η επίδραση από τις χώρες του βορά, ειδωλολατρία και η λαογραφία
1886 απεικόνιση των αυτοχθόνων Νορβηγών: Θεός Οντίν Πολυάριθμοι είναι οι παραλληλισμοί του Άγιου Βασίλη με τον μυθικό Θεό Οντίν, έναν από τους σημαντικούς Θεούς ανάμεσα στους βόρειους λαούς των κάτω χωρών πριν από τον εκχριστιανισμό τους. Δεδομένου ότι πολλά από αυτά τα στοιχεία δεν έχουν καμία σχέση με τον Χριστιανισμό, υπάρχουν θεωρίες σχετικές με την παγανιστική προέλευση των διαφόρων εθίμων των Χριστουγεννιάτικων εορτών που προέρχονται από περιοχές όπου οι γερμανικοί λαοί ήταν χριστιανοί και διατήρησαν στοιχεία των ιθαγενών και τις παραδόσεις τους τα οποία επιβιώνουν μέχρι σήμερα με διάφορες μορφές στη σύγχρονη απεικόνιση του Αϊ Βασίλη.
Ο Οντίν αναφέρετε κατά την εορτή του Yule από τους γερμανικούς λαούς την περίοδο των Χριστουγέννων , ως ένας οδηγός για ένα μεγάλο κυνήγι μέσα από τον ουρανό. Δύο βιβλία από την Ισλανδία, η Ποιητική Έντα, που καταρτίζονται κατά τον 13ο αιώνα , και η πεζογραφία Edda, που γράφτηκε τον 13ο αιώνα από τον Snorri Sturluson, περιγράφουν τον Οντίν ως ιππέα ενός αλόγου με οχτώ πόδια που λεγόταν Sleipnir όπου μπορούσε με ένα άλμα του να διανύσει μεγάλες αποστάσεις, έτσι οδηγήθηκαν σε συγκρίσεις με τους ταράνδους του Άγιου Βασίλη. Επιπλέον, ο Οντίν αναφέρετε με πολλά ονόματα στη Skaldic ποίηση (παλιά Σκανδιναβική ποίηση), ορισμένα από τα οποία περιγράφουν την εμφάνιση και τις λειτουργίες του. Κάποια από αυτά: Síðgrani, Síðskeggr, Langbarðr, Jólnir και ("Yule figure").
Σύμφωνα με κάποιες παραδόσεις, τα παιδιά γέμιζαν τις μπότες τους, με καρότα, άχυρο, ή ζάχαρη, και τις ακουμπούσαν κοντά στο τζάκι για το ιπτάμενο άλογο του Οντίν, το Sleipnir, για να φάει. Ο Οντίν θα αντάμειβε τότε εκείνα τα παιδιά για την ευγένειά τους για την τροφή του Sleipnir με δώρα ή καραμέλες. Η πρακτική αυτή, ισχυρίζεται, επιβίωσε στη Γερμανία, το Βέλγιο και την Ολλανδία, μετά την υιοθέτηση του Χριστιανισμού και συνδέθηκε με τον Άγιο Νικόλαο, ως αποτέλεσμα της διαδικασίας του εκχριστιανισμού και εξακολουθεί να επιβιώνει με μια πιο σύγχρονη πρακτική σε ορισμένα σπίτια, βάζοντας κάλτσες κοντά στην καμινάδα.
-Ο καθηγητής της Λαογραφίας Δημήτρης Λουκάτος στο βιβλίο του
«Χριστουγεννιάτικα και των γιορτών» γράφει:
Η παράδοση σύμφωνα με την οποία ο Αι-Βασίλης περνά μέσα από καμινάδες για να δώσει δώρα στα παιδιά προέρχεται από το ποίημα του Κλέμεντ Μούρ με τίτλο « μιά επίσκεψη του Αγίου Νικόλα», ο οποίος « δανείστηκε την ιδέα της καμινάδας, μαζί με την ιδέα του έλκηθρου και των οκτώ ελαφιών που το σέρνουν, από ένα φινλανδικό παραμύθι» .
Επομένως
ο αι-Βασίλης της Μικράς Ασίας που είναι εγγράμματος και δίδει ως δώρο την γνώση, μετατρέπεται στον Σάντα Κλάους που δίδει την εφήμερη ηδονή της κατανάλωσης και έρχεται σε μας μετονομαζόμενος σε Αι-Βασίλη.
Στις αρχές του αιώνα μας ο αι-Βασίλης άλλαξε κάπως μορφή, και έγινε όπως ακριβώς τον γνωρίζουμε σήμερα. Σε αυτό συνετέλεσε η Κόκα-Κόλα. Κι αν ήταν ο σκιτσογράφος Τόμας Νάστ που τον φαντάστηκε πρώτος, περίπου όπως είναι σήμερα, η Κόκα-Κόλα αποτέλεσε την αφορμή για να γίνει η μορφή του τόσο δημοφιλής. Στα 1931, που η Κόκα Κόλα αποφάσισε να χρησιμοποιήσει τον Σάντα Κλάους στη χειμωνιάτικη διαφημιστική της εκστρατεία και ανέθεσε σε έναν άλλο Αμερικανό καλλιτέχνη, τον Χάντον Σάνμπλομ, να τον σχεδιάσει. Εκείνος διάλεξε για τον Άγιο τα χρώματα της Κόκα Κόλα καί... να τος, με τις μαύρες μπότες του, το μακρύ σκουφί του, το κόκκινο κοστούμι του και την άσπρη του γούνα, όπως τον γνωρίσαμε και τον αγαπήσαμε.
Ο δικός μας άγιος Βασίληςήταν ένας καθαρά πρωτοχρονιάτικος άγιος, κάτι ανάμεσα στον πραγματικό Ιεράρχη της Καισαρείας και σ' ένα πρόσωπο συμβολικό του Ελληνισμού, που ξεκινούσε από τα βάθη της ελληνικής Ασίας, κι έφτανε την ίδια μέρα σ' όλα τα πλάτη, από τον Πόντο ως την Επτάνησο κι από την Ήπειρο ως την Κύπρο.
Ξεκινούσε σαν μεσαιωνικός πεζοπόρος, αμέσως ύστερ' από τα Χριστούγεννα,
με το ραβδί στο χέρι, και περνούσε απ' τους διάφορους τόπους,
καλόβολος πάντα και κουβεντιαστής με όσους συναντούσε.
Δεν κρατούσε κοφίνι στην πλάτη του ούτε σακί φορτωμένο με δώρα.
Εκείνο που έφερνε στους ανθρώπους ήταν περισσότερο συμβολικό:
η καλή τύχη ιδιαίτερα κι η ιερατική ευλογία του.
Το μόνο κάπως συγκεκριμένο ήταν το μαγικό ραβδί του, απ' όπου με θαυμαστό τρόπο βλάσταιναν ή ζωντάνευαν κλαδιά και πέρδικες, σύμβολα των αντίστοιχων δώρων, που θα μπορούσε να μοιράσει στους ευνοουμένους του.
Η πατρίδα του ανατολικού Αι-Βασίλη είναι η Μικρά Ασία, και είναι γραμματισμένος, κατάγεται από την Καισαρεία και «βαστάει κόλλα και χαρτί, χαρτί και καλαμάρι» και προσφέρει ως δώρο « τη σταθερή και διαχρονική χαρά της γνώσης» .
Επομένως
ο αι-Βασίλης της Μικράς Ασίας που είναι εγγράμματος και δίδει ως δώρο την γνώση, μετατρέπεται στον Σάντα Κλάους που δίδει την εφήμερη ηδονή της κατανάλωσης και έρχεται σε μας μετονομαζόμενος σε Αι-Βασίλη.
Στις αρχές του αιώνα μας ο αι-Βασίλης άλλαξε κάπως μορφή, και έγινε όπως ακριβώς τον γνωρίζουμε σήμερα. Σε αυτό συνετέλεσε η Κόκα-Κόλα. Κι αν ήταν ο σκιτσογράφος Τόμας Νάστ που τον φαντάστηκε πρώτος, περίπου όπως είναι σήμερα, η Κόκα-Κόλα αποτέλεσε την αφορμή για να γίνει η μορφή του τόσο δημοφιλής. Στα 1931, που η Κόκα Κόλα αποφάσισε να χρησιμοποιήσει τον Σάντα Κλάους στη χειμωνιάτικη διαφημιστική της εκστρατεία και ανέθεσε σε έναν άλλο Αμερικανό καλλιτέχνη, τον Χάντον Σάνμπλομ, να τον σχεδιάσει. Εκείνος διάλεξε για τον Άγιο τα χρώματα της Κόκα Κόλα καί... να τος, με τις μαύρες μπότες του, το μακρύ σκουφί του, το κόκκινο κοστούμι του και την άσπρη του γούνα, όπως τον γνωρίσαμε και τον αγαπήσαμε.
Ο δικός μας άγιος Βασίληςήταν ένας καθαρά πρωτοχρονιάτικος άγιος, κάτι ανάμεσα στον πραγματικό Ιεράρχη της Καισαρείας και σ' ένα πρόσωπο συμβολικό του Ελληνισμού, που ξεκινούσε από τα βάθη της ελληνικής Ασίας, κι έφτανε την ίδια μέρα σ' όλα τα πλάτη, από τον Πόντο ως την Επτάνησο κι από την Ήπειρο ως την Κύπρο.
Ξεκινούσε σαν μεσαιωνικός πεζοπόρος, αμέσως ύστερ' από τα Χριστούγεννα,
με το ραβδί στο χέρι, και περνούσε απ' τους διάφορους τόπους,
καλόβολος πάντα και κουβεντιαστής με όσους συναντούσε.
Δεν κρατούσε κοφίνι στην πλάτη του ούτε σακί φορτωμένο με δώρα.
Εκείνο που έφερνε στους ανθρώπους ήταν περισσότερο συμβολικό:
η καλή τύχη ιδιαίτερα κι η ιερατική ευλογία του.
Το μόνο κάπως συγκεκριμένο ήταν το μαγικό ραβδί του, απ' όπου με θαυμαστό τρόπο βλάσταιναν ή ζωντάνευαν κλαδιά και πέρδικες, σύμβολα των αντίστοιχων δώρων, που θα μπορούσε να μοιράσει στους ευνοουμένους του.
Η πατρίδα του ανατολικού Αι-Βασίλη είναι η Μικρά Ασία, και είναι γραμματισμένος, κατάγεται από την Καισαρεία και «βαστάει κόλλα και χαρτί, χαρτί και καλαμάρι» και προσφέρει ως δώρο « τη σταθερή και διαχρονική χαρά της γνώσης» .